Ποιες άλλες αιματολογικές εξετάσεις είναι απαραίτητες!
Εκτός από τις ορμονολογικές εξετάσεις, τις εξετάσεις DNA, κτλ., υπάρχουν μερικές εξετάσεις αίματος οι οποίες έχουν άμεση σχέση με την ανδρική υπογονιμότητα και είναι απαραίτητο να ελέγχονται! Αυτές είναι:
Η βιταμίνη Α. Είναι σημαντική για τη σπερματογένεση. Η έλλειψη της σχετίζεται με την υπογονιμότητα και στην απουσία της η σπερματογένεση σταματά νωρίτερα (στο στάδιο της προ-λεπτοταινίας). Ανεπάρκεια της βιταμίνης Α επηρεάζει αρνητικά την έκκριση τεστοστερόνης.
Η βιταμίνη Β12.
Το φυλλικό οξύ. Παίζει σημαντικό ρόλο στη σύνθεση του DNA του σπέρματος. Το φυλλικό οξύ για να μετατραπεί στη βιολογικά ενεργή μορφή του, εξαρτάται από την επάρκεια και διαθεσιμότητα άλλων θρεπτικών ουσιών, όπως η βιταμίνη Β12 και ο ψευδάργυρος, τα οποία και πρέπει να μετρούνται μαζί με το φυλλικό οξύ σε περιπτώσεις υπογονιμότητας
Η βιταμίνη D. Η βιταμίνη D παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση της ανδρικής γονιμότητας. Αυξάνει την προοδευτική κινητικότητα και τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων. Επίσης συντελεί στην ωρίμανση και βιωσιμότητα τους. Επιπρόσθετα, εκτός από την ποιότητα του σπέρματος, φαίνεται να σχετίζεται και με τα επίπεδα των ανδρογόνων, καθώς βρέθηκε ότι σε άνδρες με επάρκεια σε βιταμίνη D είχαν υψηλότερα επίπεδα συγκεντρώσεων της ολικής τεστοστερόνης και χαμηλότερες συγκεντρώσεις της SHBG, E2 και LH.
Η βιταμίνη Ε (ανεπάρκεια της βιταμίνης Ε προκαλεί πλήρη & συχνά, μη αντιστρεπτή απώλεια σπερματογόνων)
Ο ψευδάργυρος (Zn). Παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των όρχεων και του μεταβολισμού της τεστοστερόνης, και οι δύο από τις οποίες είναι σημαντικές για την ανάπτυξη υγιούς σπέρματος. Σε χαμηλές συγκεντρώσεις έχει αντι-αποπτωτικό αποτέλεσμα (προστατεύει τα κύτταρα από αυτοπρογραμματισμένο θάνατο) ενώ σε υψηλές συγκεντρώσεις μπορεί να προκαλέσουν απόπτωση, γι΄αυτό και προτείνεται να μετριέται πάντα.
Έλεγχος λειτουργίας θυρεοειδή αδένα
Αντισώματα κυτταρομεγαλοιού (CMV)
Σάκχαρο (Glu) και Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c)
Τα αυξημένα επίπεδα λιπιδίων είναι εκτός των άλλων και αιτία στυτικής δυσλειτουργίας εκτός από αιτία ανδρικής υπογονιμότητας.
Η αξιολόγηση του στρες, συμπεριλαμβάνει την ποιότητα και τη διάρκεια του ύπνου, της διαχείρισης του βάρους, της σωματικής δραστηριότητας και της διατροφής. Επιπλέον πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα της βιταμίνης D κατά τον έλεγχο της στυτικής δυσλειτουργίας και ανδρικής υπογονιμότητας. Επιπλέον συνιστάται ο εξής αιματολογικός έλεγχος:
Ολική και ελεύθερη τεστοστερόνη, συνοδευόμενη από την ACTH, ανδροστενεδιόνη, DHEA, DHEAS, DHT, E2, FSH, LH, προλακτίνη,SHBG, βιταμίνη D και τα γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόλη, κοστικοστερόνη). Η κατάθλιψη και το άγχος επηρεάζουν κυρίως την έκκριση της Κορτιζόλης και Προλακτίνης αλλά και των SHBG, DHEA-S και Τεστοστερόνη.
Οι ασθενείς με δυσανεξία στη γλουτένη εμφανίζουν διαταραχές στη μορφολογία και στην κινητικότητα του σπέρματος με βιοχημική εικόνα ανάλογη με αυτήν της αντίστασης στα ανδρογόνα (αυξημένες συγκεντρώσεις LH και TESTO).
Η παχυσαρκία ελαττώνει τη συγκέντρωση της τεστοστερόνης κυρίως μέσω της μείωσης της SHBG, ενώ η παθολογική παχυσαρκία ελαττώνει τη συγκέντρωση της ελεύθερης τεστοστερόνης οδηγώντας σε υπογοναδοτροπικό υπογοναδισμό. Οι συνοδές με την παχυσαρκία καταστάσεις, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 ή το σύνδρομο υπνικής άπνοιας και το μεταβολικό σύνδρομο ασκούν και αυτά αρνητική επίδραση στην ανδρική γονιμότητα. Επίσης πρέπει να ελέγχεται η βιταμίνη D και το οξειδωτικό στρες σπέρματος, καθώς σε περιπτώσεις παχυσαρκίας πέφτουν τα επίπεδα τους και επιπλέον αυξάνονται τα ποσοστά στυτικής δυσλειτουργίας, αυξάνονται τα οιστρογόνα, η FSH, και προκαλέιται χαμηλή αντίσταση στην ινσουλίνη και δυσανεξία στη γλυκόζη.
Σε περιπτώσεις στυτικής δυσλειτουργίας πρέπει να λαμβάνεται λεπτομερές ιστορικό καθώς τα αίτια μπορεί να είναι πολυπαραγοντικά, πχ. συνοδές νόσους όπως σακχαρώδης διαβήτης, υπογοναδισμός, κατάθλιψη, μεταβολικό σύνδρομο και πληροφορίες σχετικά με κάπνισμα, αλκοόλ και άλλες ουσίες.
Οι εργαστηριακές εξετάσεις που συνιστώνται είναι: Γενική αίματος, γλυκόζη και λιπιδαιμικό προφίλ, ελεύθερη και ολική τεστοστερόνη και επιπλέον ορμονολογικός έλεγχος.
Σε ηλικίες πάνω των 40 ετών πρέπει να γίνεται και το PSA για τον έλεγχο του προστάτη.